ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗ – Γονείς, εκπαιδευτικοί και επιστήμονες να παλέψουμε για τις σύγχρονες ανάγκες των παιδιών

ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗ
Γονείς, εκπαιδευτικοί και επιστήμονες να παλέψουμε για τις σύγχρονες ανάγκες των παιδιών

Έχοντας στο επίκεντρο τις ανάγκες των παιδιών και των οικογενειών τους, τις σύγχρονες αυξημένες απαιτήσεις και δυνατότητες, η Ομοσπονδία Γονέων και Κηδεμόνων Αττικής πραγματοποίησε στις 20 Μάη μία ενδιαφέρουσα ημερίδα για την Ειδική Αγωγή.

 Αποσπάσματα της εισήγησης του εκπαιδευτικού Ειδικής Αγωγής Δημήτρη Βεργάκη, που μίλησε μεταξύ άλλων για το πώς βιώνουν οι μαθητές, το προσωπικό των ειδικών σχολείων και οι οικογένειες την πολιτική που ακολουθείται διαχρονικά στην Ειδική Αγωγή και για τους όρους για τη διαμόρφωση μιας Ειδικής Αγωγής με βάση τις πραγματικές ανάγκες.

Εμφανής η πολιτική υποβάθμισης

Μπορούμε να πούμε ότι η σημερινή εικόνα των ειδικών σχολείων φανερώνει την πολιτική υποβάθμισης από όλες τις κυβερνήσεις διαχρονικά, με μεγάλο αριθμό των σχολείων να μην πληροί βασικές προϋποθέσεις για να υλοποιηθεί η Ειδική Παιδαγωγική, ή όποια άλλη παρέμβαση χρειάζεται. (…)

Για παράδειγμα, ένας μαθητής στο φάσμα του αυτισμού έχει ανάγκη από δομημένο πρόγραμμα το οποίο υλοποιείται μέσα από την αυστηρά οριοθετημένη τάξη, όπου πρέπει να γίνεται ξεκάθαρο σε ποιο συγκεκριμένο μέρος της τάξης φιλοξενείται μια συγκεκριμένη δραστηριότητα (δηλαδή, ξεχωριστή γωνιά για την ατομική εργασία, ξεχωριστή για τις ομαδικές δραστηριότητες, ξεχωριστή για τη χαλάρωση κ.λπ.). Έχει μεγάλη σημασία, γιατί βοηθά τον μαθητή να μάθει από νωρίς να κάθεται για ορισμένο χρονικό διάστημα σε ένα μέρος προκειμένου να ολοκληρωθεί η όποια δραστηριότητα, αλλά και γιατί τον βοηθά να αφομοιώνει το περιβάλλον γύρω του. Δηλαδή, για τα παιδιά στο φάσμα του αυτισμού η μαθησιακή διαδικασία πρέπει να διαμορφωθεί με όρους ρουτίνας, χαρακτηριστικό στοιχείο λειτουργίας αυτών των παιδιών.

Αλήθεια, κατά πόσο αυτό είναι εφικτό μέσα σε αίθουσες ειδικών σχολείων που δεν έχουν την κατάλληλη χωρική διαρρύθμιση, όπου δεν υπάρχει καν ο απαραίτητος αριθμός θρανίων, δεν υπάρχουν στρώματα ή πάρκα για χαλάρωση, μέσα σε αίθουσες – πρώην αποθήκες, σε αίθουσες στην κυριολεξία 2×2; Σε πολλά σχολεία, όπως στο ειδικό στα Σεπόλια, ακόμα και ο διάδρομος χρησιμοποιείται ως αίθουσα, προσβάλλοντας την αξιοπρέπεια μαθητών και εκπαιδευτικών.

Η απουσία εποπτικού υλικού που συμβάλλει στη δόμηση προγράμματος του μαθητή και στην ανάπτυξη της επικοινωνίας μέσω εναλλακτικών μορφών, η ανεπαρκής υλικοτεχνική υποδομή και το υλικό για να αξιοποιήσει ο εκπαιδευτικός, με βάση τις ξεχωριστές ανάγκες, η απουσία ηλεκτρονικών υπολογιστών, διαδραστικών πινάκων και εκπαιδευτικού λογισμικού, που μπορούν να δώσουν νέα ώθηση στη μαθησιακή διαδικασία σε σχέση με πιο παραδοσιακούς τρόπους, η παντελής έλλειψη αθλητικών εγκαταστάσεων, κατάλληλου γυμναστηριακού εξοπλισμού και μέσων για τη φυσική αποκατάσταση ατόμων με κινητικές αναπηρίες, και όχι μόνο, είναι μερικές από τις ελλείψεις, που σε όλους μας είναι λίγο – πολύ γνωστές.

Ας προσπαθήσουμε όμως να έρθουμε στη θέση ενός μαθητή με τετραπληγία, που αντί για στοχευμένη παρέμβαση σε καθημερινή βάση, με τη χρήση τεχνικών οργάνων αλλά και της πιο σύγχρονης τεχνολογίας, προκειμένου να δουλευτούν τα μυικά και νευρικά μέρη εκείνα που δύνανται να αποκατασταθούν, αυτός παραμένει καθηλωμένος στο καρότσι μέσα στην τάξη, λόγω απουσίας των απαραίτητων υλικοτεχνικών υποδομών, ή ακόμα και του φυσικοθεραπευτή ή εργοθεραπευτή.

Ας προσπαθήσουμε να έρθουμε στη θέση ενός μαθητή με έντονη διάσπαση προσοχής και υπερκινητικότητα, που δεν του παρέχονται οι κατάλληλοι χώροι μέσα στην τάξη, αλλά και έξω απ” αυτήν, όπου μετά από την όποια μαθησιακή παρέμβαση αυτός όχι απλά να εκτονώσει την υπερσυσσωρευμένη ενέργειά του, όπως είναι άλλωστε ανάγκη και δικαίωμά του, αλλά ακόμα και στο διάλειμμα το περιεχόμενό του να είναι στοχευμένο και να υπηρετεί την παιδαγωγική πράξη συνολικά.

Παρ” όλα αυτά, εκπαιδευτικοί, επιστημονικό – βοηθητικό προσωπικό και γονείς συνεργάζονται και βλέπουν πολλές φορές βελτίωση στην εξέλιξη των μαθητών. Φανταστείτε πόσο διαφορετικά θα ήταν τα πράγματα και πόσο περισσότερο θα απελευθερώνονταν οι δυνατότητες των μαθητών, αν τα σχολεία ήταν εφοδιασμένα με όλα τα κατάλληλα μέσα, όλα αυτά τα παιδαγωγικά εφόδια που αντιστοιχούν στη σημερινή ανάπτυξη της επιστήμης.

Οι επιπτώσεις των ελαστικών εργασιακών σχέσεων

Η συντριπτική πλειοψηφία των εκπαιδευτικών, ΕΕΠ και ΕΒΠ, εργάζονται στα δημόσια σχολεία ως αναπληρωτές. Αυτό δεν σημαίνει μόνο διαρκή αλλαγή σχολικού περιβάλλοντος για τον εκπαιδευτή, αλλά και ακαθόριστη χρονική στιγμή (πολλές φορές μέχρι λίγους μήνες πριν το τέλος μιας σχολικής χρονιάς) που θα κληθεί να αναλάβει υπηρεσία, με αποτέλεσμα να πηγαίνει χαμένος πολύτιμος χρόνος, να καθυστερούν η γνωριμία και το χτίσιμο διαπροσωπικής σχέσης με τον μαθητή, η αξιολόγηση των δυνατοτήτων του, η στοχοθεσία, η έγκαιρη παρέμβαση και συνέχεια, όχι μόνο από μέρα σε μέρα, αλλά και μήνα το μήνα, χρόνο το χρόνο. (…)

Τα παιδιά με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες βιώνουν σε πολλαπλάσιο βαθμό από ό,τι τα παιδιά τυπικής ανάπτυξης το άγχος της γνωριμίας με τον νέο κάθε φορά εκπαιδευτικό, κατά την έναρξη της νέας σχολικής χρονιάς. Πάνω που ο μαθητής έχει αναπτύξει σχέση εμπιστοσύνης με τον δάσκαλό του, αναγκάζεται κάθε χρόνο να βιώνει συναισθηματικές αλλαγές μέχρι να ξαναχτιστεί η νέα επαφή, με τον νέο δάσκαλο, μέχρι και αυτή να ξανασπάσει και πάλι απ” την αρχή. (…)

Χαρακτηριστικό παράδειγμα επίσης για το πώς οι εργασιακές σχέσεις – λάστιχο συνθλίβουν τα μορφωτικά δικαιώματα των μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες είναι η κατάσταση που επικρατεί στην παράλληλη στήριξη. Και επιτρέψτε μου να μην σταθώ καν στις χιλιάδες ακάλυπτες αιτήσεις παιδιών για την παράλληλη στήριξη, ούτε στο γεγονός ότι ένας εκπαιδευτικός μπορεί να αναγκαστεί να μοιράσει τις ώρες του μέχρι και σε 5 παιδιά (δηλαδή να πηγαίνεις σε κάθε παιδί περίπου μία διδακτική ώρα την ημέρα!), οπότε καταλαβαίνετε και τι είδους παρέμβαση μπορείς να κάνεις.

Ας πάμε στην ανάποδη περίπτωση, που λέει ότι ένας μαθητής μπορεί να στηρίζεται στη γενική τάξη μέχρι και από 5 εκπαιδευτικούς! Και ποια είναι η επιστημονικά τεκμηριωμένη αιτιολόγηση του υπουργείου; Μα για να συμπληρώσουν τις ώρες τους οι μόνιμοι συνάδελφοι, τους οποίους έβγαλε το υπουργείο ότι πλεονάζουν οι ώρες τους, αφού πρώτα προχώρησε σε χιλιάδες απολύσεις αναπληρωτών ειδικοτήτων το 2016. Ετσι, την ίδια στιγμή που το υπουργείο απαντάει προκλητικά στο δίκαιο αίτημα των αναπληρωτών για μόνιμη και σταθερή δουλειά και κάλυψη όλων των αναγκών, ότι «δεν πρόκειται να πάρουμε κανέναν παραπάνω αναπληρωτή εις βάρος της ψυχικής υγείας των παιδιών», θεωρεί παιδαγωγικά ορθό να σουλατσάρουν πάνω από το κεφάλι του μαθητή ένα τσούρμο άνθρωποι χωρίς καμιά ειδίκευση στην Ειδική Αγωγή, απλά και μόνο για να συμπληρώσουν το ωράριό τους, μιας και τους έχει κάνει κι αυτούς λάστιχο! Αλήθεια, τι είδους εξατομικευμένη παρέμβαση πάνω στις ανάγκες του μαθητή μπορεί να γίνει με αυτόν τον τρόπο;

Μπορούμε να φανταστούμε άραγε πώς βιώνει μια τέτοια κατάσταση ένας μαθητής; Και ας μην πάρουμε την κλασική περίπτωση του τύπου του μαθητή στο φάσμα του αυτισμού, που θα τον αποσυντόνιζε απλά και μόνο η συνεχόμενη αλλαγή προσώπων. Ας πάρουμε τον μαθητή που είναι στο φάσμα και έχει αρκετά ανεπτυγμένες τις κοινωνικές και συναισθηματικές δεξιότητες ή έναν μαθητή με ελλειμματική προσοχή. Πώς, αλήθεια, να αντανακλάται στον ψυχικό του κόσμο η παρέλαση τόσων ατόμων από το θρανίο του, και μάλιστα ατόμων χωρίς διακριτούς ρόλους μεταξύ τους; Γιατί είναι άλλο πράγμα ο μαθητής κατά την εκπαιδευτική διαδικασία να έρχεται σε επαφή με πολλά πρόσωπα, που το καθένα όμως έχει έναν συγκεκριμένο, διακριτό ρόλο, π.χ. ο δάσκαλος της τάξης, η δασκάλα της παράλληλης, ο γυμναστής, η εικαστικός κ.λπ., και άλλο να βλέπει ότι έρχονται στην τάξη ειδικά για την περίπτωσή του τόσοι πολλοί δάσκαλοι.

Βέβαια, χρειάζεται και να προβληματιστούμε συνολικά για το θεσμό της παράλληλης στήριξης, αν ανταποκρίνεται στο σύνθετο ρόλο της ή αποτέλεσε το όχημα για να υλοποιηθεί η λεγόμενη «συμπερίληψη», δηλαδή η χωρίς όρους και προϋποθέσεις ένταξη των παιδιών στη Γενική Εκπαίδευση, πλαίσιο που δεν μπορεί να τους προσφέρει αυτό που έχουν ανάγκη. Πράγματι, αυτό δεν αφορά το σύνολο των περιπτώσεων και μπορεί όντως η παράλληλη στήριξη να ανταποκρίνεται τέλεια σε ορισμένες περιπτώσεις μαθητών, οι οποίοι μέσα από τη συνεργασία με τον ειδικό παιδαγωγό μπορούν να αντεπεξέλθουν στο αναλυτικό πρόγραμμα του γενικού σχολείου (κυρίως μαθητές με μια σχετική ελλειμματική προσοχή, είτε λόγω ΔΕΠΥ, είτε επειδή ανήκουν στο φάσμα των ΔΑΔ με αρκετά υψηλή λειτουργικότητα, είτε ακόμη εξαιτίας προβλημάτων στην ακοή, την όραση κ.λπ.). (…)

Διεκδικούμε κάθε δυνατό μέσο για τη στήριξη των παιδιών

Οι ιδιαίτερες ανάγκες των παιδιών αυτών δεν αποτελούν πρόβλημα, αλλά την καθοδηγητική «πυξίδα» για να διαμορφώσεις τα κατάλληλα εκπαιδευτικά προγράμματα, στον κατάλληλο σχολικό χώρο, με τους κατάλληλα ειδικευμένους παιδαγωγούς και επιστήμονες.

Τα παιδιά αυτά, επειδή ξεκινούν από άνιση και διαφορετική βάση σε σχέση με τα υπόλοιπα παιδιά, χρειάζονται από το εκπαιδευτικό σύστημα «ανισότιμη», δηλαδή προνομιακή μεταχείριση, για να μπορέσουν να κατακτήσουν την ισοτιμία τους.

Χρειάζεται σε κοινό μέτωπο γονείς, εκπαιδευτικοί και επιστήμονες να υπερασπιστούμε τις σύγχρονες ανάγκες των παιδιών αυτών. Αλλωστε, η επιστήμη εξελίσσεται και προσφέρει νέα εφόδια και μέσα για την πρόληψη των αναπηριών, την πρώιμη διάγνωση, την παρέμβαση, την αποκατάσταση αλλά και την παραγωγική ένταξή τους στην κοινωνία.

Δεν γίνεται να υπάρχει πρόοδος και να μην μπορούμε να την αδράξουμε, να την προσφέρουμε σε αυτά τα παιδιά. Δεν γίνεται να αποδεχόμαστε το γεγονός ότι οι παροχές αυτές κοστολογούνται και τις απολαμβάνουν μόνο όσοι μπορούν να τις πληρώσουν. Εδώ και τώρα να απαιτήσουμε να προσφερθεί κάθε δυνατό μέσο, είτε είναι το επιστημονικό δυναμικό είτε το τεχνολογικό μέσο, για να στηριχτούν αυτά τα παιδιά.

Είναι απαράδεκτο να έχει αυτοματοποιηθεί ευρέως η παραγωγική διαδικασία, να έχει ενσωματωθεί η χειρωνακτική εργασία στις μηχανές σχεδόν καθολικά, πράγμα που σημαίνει ότι δημιουργούνται αντικειμενικά οι προϋποθέσεις να ενταχθούν στην παραγωγή άτομα με σχεδόν κάθε είδους αναπηρία, και η ανεργία σε αυτήν την πληθυσμιακή ομάδα να σπάει κόκαλα. Εμπόδιο σε αυτήν την ένταξη είναι οι όροι με τους οποίους γίνεται η επιλογή του εργατικού δυναμικού από τους ίδιους τους ιδιοκτήτες των μέσων παραγωγής, τους επιχειρηματίες. Ομως τα κριτήρια των επιχειρηματιών είναι διαμετρικά αντίθετα με τα κριτήρια που έχουμε οι εκπαιδευτικοί, γονείς και επιστήμονες. Αυτά τα κριτήρια να προτάξουμε στην πάλη μας, ώστε και αυτά τα άτομα να προετοιμάζονται μέσα από την εκπαιδευτική διαδικασία για την πραγματική και ουσιαστική τους ένταξη στην κοινωνία, να είναι αυτόνομα, αυτάρκη και ανεξάρτητα.

ΓΕΡΜΑΝΙΑ – Διαδήλωση γονέων και παιδαγωγών για την έλλειψη παιδικών σταθμών

ΓΕΡΜΑΝΙΑ
Διαδήλωση γονέων και παιδαγωγών για την έλλειψη παιδικών σταθμών

Μόλις 1 στα 3 παιδιά κάτω των τριών ετών βρίσκει μια θέση στην Προσχολική Αγωγή

ΒΕΡΟΛΙΝΟ.–

Η ιδιαίτερα άσχημη κατάσταση, με μεγάλες ελλείψεις και υψηλές πληρωμές, που επικρατεί στην Προσχολική Αγωγή στη Γερμανία οδήγησε τη Γενική Συνομοσπονδία Γονέων και Κηδεμόνων Βερολίνου (LEAK), το Σωματείο των Παιδαγωγών (GEW), αλλά και των γονέων να διοργανώσουν το Σάββατο διαμαρτυρία. Τις αγωνιστικές πρωτοβουλίες στηρίζουν η Ομάδα Γυναικών Βερολίνου και η Επιτροπή Αγώνα Εργαζομένων Βερολίνου όπου συμμετέχουν και Ελληνες μετανάστες.

Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Γερμανικής Οικονομίας (ΙW) της Κολονίας λείπουν 300.000 θέσεις σε όλη τη χώρα και μόλις το1/3 (ή το 32,7%) των παιδιών κάτω των 3 ετών στη Γερμανία πάει σε βρεφονηπιακό σταθμό, δηλαδή 719.000 παιδιά, σύμφωνα με στοιχεία της Ομοσπονδιακής Στατικής Υπηρεσίας (2016). Οι γονείς πληρώνουν περίπου 150 – 400 ευρώ το μήνα (ανάλογα με το κρατίδιο και τις ώρες φύλαξης) και επιπλέον για το φαγητό του παιδιού. Ως συνέπεια, οι γυναίκες με μικρά παιδιά κατά κανόνα είτε μένουν στο σπίτι, είτε εργάζονται με μερική απασχόληση. Μόλις 1 στις 10 μητέρες με παιδιά κάτω των 3 ετών εργάζεται με πλήρη απασχόληση. Γενικά, το 70% των μητέρων της χώρας εργάζεται, αλλά μόνο το 30% με πλήρη απασχόληση (στοιχεία ΟΟΣΑ).

Η ισχυρή καπιταλιστική Γερμανία όχι μόνο δεν εξασφαλίζει αυτήν τη σύγχρονη ανάγκη για τα παιδιά και τα νέα ζευγάρια, αλλά πρωτοστατεί στην πολιτική της ΕΕ, που βάζει στο στόχαστρο εργασιακά δικαιώματα και κοινωνικές παροχές όπως η Υγεία, η Πρόνοια, η Εκπαίδευση. Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία στα δυτικά κρατίδια η μέση συμμετοχή στην Προσχολική Αγωγή είναι 28%, ενώ στα ανατολικά είναι στο 52%, μια κατάκτηση που διατηρείται ακόμα από τη σοσιαλιστική Γερμανική Λαοκρατική Δημοκρατία, όπου όλα τα παιδιά είχαν δωρεάν παιδικό σταθμό και πολλές άλλες παροχές.

Όλες και όλοι στην απεργία και στις διαδηλώσεις στις 30 Μάη!

Αγωνιστική Συσπείρωση

Όλες και όλοι στην απεργία και στις διαδηλώσεις στις 30 Μάη! 

Στις 30 Μάη οι εκπαιδευτικοί απεργούμε για τις ανάγκες τις δικές μας και των μαθητών μας!

Απεργούμε γιατί:

Η αδιοριστία θα συνεχιστεί και την επόμενη σχολική χρονιά.

  • Γιατί κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, ΝΔ και οι δορυφόροι τους ικανοποιούν τις απαιτήσεις του ΣΕΒ, που ζητά να μη γίνουν μονιμοποιήσεις εκπαιδευτικών γιατί μας θεωρούν κόστος και ταυτόχρονα μας κοροϊδεύουν κατάμουτρα με υποσχέσεις για διορισμούς σε …βάθος χρόνου.
  • Γιατί είναι δικαίωμα των μαθητών μας να έχουν τον αντίστοιχο εκπαιδευτικό, νηπιαγωγό, δάσκαλο και καθηγητή από την αρχή της χρονιάς.
  • Γιατί το Υπουργείο μας εμπαίζει προκλητικά όταν ονομάζει “υποστηρικτικές δομές” το ν/σ που διαλύει  ακόμα και τις στοιχειώδεις δομές υποστήριξης, ιδιαίτερα της ειδικής αγωγής για τα δημόσια σχολεία.
  • Γιατί η στήριξη της Ειδικής Αγωγής με μόνιμους εκπαιδευτικούς όλων των ειδικοτήτων είναι άμεση ανάγκη. Σε όλα τα σχολεία να υπάρχουν τμήματα ένταξης, τάξεις υποδοχής, ένας εκπαιδευτικός παράλληλης στήριξης για κάθε παιδί που τον χρειάζεται. Η Ειδική Αγωγή και η στήριξη των παιδιών να γίνεται μέσα στο σχολείο και όχι να είναι πανάκριβο εμπόρευμα για τις λαϊκές οικογένειες.
  • Γιατί δεν δεχόμαστε τη δαμόκλειο σπάθη της αντιδραστικής, τιμωρητικής αξιολόγησης για να να γίνουν οι εκπαιδευτικοί να συνένοχοι στους στόχους μιας παιδείας των περικοπών, των εμπορευματοποιημένων και κατηγοριοποιημένων σχολείων.
  • Γιατί μέσα στις τάξεις μας εμφανίζονται όλα τα προβλήματα που βιώνει η λαϊκή οικογένεια ειδικά σε εποχή κρίσης. Προβλήματα μαθησιακά, κοινωνικά, συναισθηματικά, συμπεριφοράς και αυτά δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν ολόπλευρα, μέσα σε 25αρια και 28άρια τμήματα και χωρίς καμία υποστήριξη στον εκπαιδευτικό. Γιατί είναι απόλυτη ανάγκη σήμερα να υπάρξει άμεση μείωση αριθμού μαθητών ανά τμήμα, φροντιστηριακά τμήματα, ενισχυτική διδασκαλία από την πρώτη μέρα έναρξης του σχολείου.
  • Γιατί δεν θέλουμε να διδάσκουμε στα παιδιά μας τις αντιδραστικές αξίες ενός σάπιου συστήματος που έχει για ευαγγέλιο την ανταγωνιστικότητα και τον ατομισμό.
  • Γιατί η μάθηση δεν μπορεί να γίνεται με τον εκπαιδευτικό λάστιχο με αντιεπιστημονικές αναθέσεις και ενοποιήσεις και τον εκπαιδευτικό να διδάσκει ότι τύχει.
  • Γιατί απαιτούμε εδώ και τώρα να φτιαχτούν Νηπιαγωγεία και να προσληφθούν Νηπιαγωγοί, να δημιουργηθούν όλες οι προϋποθέσεις για την εφαρμογή της Δίχρονης Υποχρεωτικής Προσχολικής Αγωγής και δεν «τσιμπάμε» από τη δήθεν θεσμοθέτηση «σε βάθος τριετίας» που ψήφισε η κυβέρνηση στη Βουλή.

Τη «δίκαιη ανάπτυξη» που από κοινού κυβέρνηση, κόμματα του μνημονίου, οι ηγεσίες των ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ, ΓΣΕΒΕΕ, ΕΣΕΕ, επιμελητήρια μαζί με τον ΣΕΒ, τους τραπεζίτες προπαγανδίζουν, τη νιώθουμε κάθε μέρα στο πετσί μας!

Θέλουν να μας πείσουν ότι ό,τι έγινε, έγινε. Όχι μόνο αποδεχτούμε τη μίζερη πραγματικότητα που μας επιβάλλουν αυτοί που θησαυρίζουν σε βάρος μας, αλλά να αγωνιστούμε για τους στόχους τους. Να θυσιάσουμε τα πάντα για την ανάκαμψη των κερδών των επιχειρηματικών ομίλων. Σε αυτές τις συνθήκες, η κυβέρνηση δεν διστάζει να μετατρέψει την Ελλάδα σε ορμητήριο πολέμου, να γίνει ο σημαιοφόρος του ΝΑΤΟ στην ευρύτερη περιοχή για να εξυπηρετήσει το μοίρασμα του ενεργειακού πλούτου της ευρύτερης περιοχής. Μας εμπλέκει όλο και πιο βαθιά στο κουβάρι των ιμπεριαλιστικών αντιθέσεων, που φέρνουν όλο και πιο κοντά τον πόλεμο.

Αυτό το δρόμο της υποταγής υπηρετεί όχι μόνο η συμβιβασμένη ηγεσία στην ΑΔΕΔΥ αλλά και οι πλειοψηφίες σε ΟΛΜΕ, ΔΟΕ. Σφύριζαν αδιάφορα όταν εκατοντάδες σωματεία, χιλιάδες εργαζόμενοι πάλευαν ενάντια στον απεργοκτόνο νόμο, σαμπόταραν με κάθε τρόπο την οργάνωση του αγώνα ενάντια στα αντιεκπαιδευτικά σχέδια της κυβέρνησης (νέες δομές-αξιολόγηση, νέο Λύκειο), ενώ την Πρωτομαγιά δεν εμφανίστηκαν καν στις απεργιακές συγκεντρώσεις.

Στις 30 Μάη βγαίνουμε στο δρόμο, γιατί τίποτα δε μας χαρίστηκε, όλα με αγώνες και θυσίες κατακτήθηκαν. Για εμάς τους εργαζόμενους ένας δρόμος υπάρχει: Ο δρόμος της οργάνωσης και της συλλογικής διεκδίκησης! Να αγωνιστούμε και να παλέψουμε με επίκεντρο τις ανάγκες μας.

Όλοι μαζί εργαζόμενοι, άνεργοι, συνταξιούχοι, μικροί επαγγελματίες, νεολαία διεκδικούμε:

  • Αυξήσεις στους μισθούς, τις συντάξεις, τις κοινωνικές παροχές.
  • Κατάργηση όλων των αντεργατικών αντιλαϊκών νόμων και των 3 μνημονίων.
  • Κανένας πλειστηριασμός πρώτης κατοικίας
  • Κάτω οι φόροι – να πληρώσει το μεγάλο κεφάλαιο
  • Κατάργηση του ΕΝΦΙΑ, των χαρατσιών, της φοροληστείας
  • Κατάργηση του νόμου Κατρούγκαλου
  • Να γίνουν προσλήψεις στα δημόσια Νοσοκομεία, στα σχολεία, μόνιμων πλήρους απασχόλησης εκπαιδευτικών και υγειονομικών όλων των ειδικοτήτων

Πάνω απ’ όλα απεργούμε και διαδηλώνουμε γιατί δε θέλουμε να είμαστε υποταγμένοι και σκυφτοί, δε θέλουμε να εκπαιδεύουμε μια νέα γενιά που θα ζήσει χειρότερα από μας, με σκυμμένο κεφάλι και χωρίς δικαιώματα.

Εμπρός λαέ μη σκύβεις το κεφάλι – Τώρα με το ΠΑΜΕ επίθεση και πάλη!

Όλοι στις απεργιακές συγκεντρώσεις!

Στην Αθήνα πλ. Ομόνοιας 10:30!

Στη Θεσσαλονίκη Άγαλμα Βενιζέλου 10:00!

Ανησυχητικές εξελίξεις στην Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση

Ανησυχητικές εξελίξεις στην Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση

 

Η κυβέρνηση κατέθεσε νομοσχέδιο (για τις δομές υποστήριξης της Εκπαίδευσης) που ακουμπάει σε κάθε έκφανση της παιδαγωγικής εκπαιδευτικής διαδικασίας, προωθεί όλες τις αστικές επιδιώξεις, όπως ρητά διατυπώθηκαν στο 3ο μνημόνιο, και αφορούν στην περικοπή των δαπανών, στην εξοικονόμηση του προσωπικού, στην «αξιολόγηση», στην αυτονομία σχολικών μονάδων και στην ενίσχυση της επιχειρηματικότητας σε όλο το φάσμα της Εκπαίδευσης.

Αν και εξίσου σοβαρά θέματα το καθένα από αυτά, θέλουμε να εστιάσουμε στις αρνητικές εξελίξεις που επιφέρει το νομοσχέδιο στην Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση. Διαβάζοντας την αιτιολογική έκθεση, από τη γενική περιγραφή των αλλαγών στον τομέα της Ειδικής Αγωγής, καταλαβαίνουμε ότι δεν προοιωνίζεται κάτι καλό για το μέλλον των παιδιών που χρήζουν ειδικής παιδαγωγικής στήριξης: «Η δεύτερη μεγάλη τομή του παρόντος νομοσχεδίου είναι η ίδρυση των ΚΕΣΥ (Κέντρα Εκπαιδευτικής και Συμβουλευτικής Υποστήριξης) τα οποία διαδέχονται τα υφιστάμενα Κέντρα Διαφοροδιάγνωσης, Διάγνωσης και Υποστήριξης Ειδικών Εκπαιδευτικών Αναγκών (ΚΕΔΔΥ) αλλά με πολύ ευρύτερο ρόλο και αποστολή που δεν περιορίζεται στο πεδίο της Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης αλλά επεκτείνεται και σε θέματα συμβουλευτικής και επαγγελματικού προσανατολισμού, καθώς και υποστήριξη της ψυχοκοινωνικής ανάπτυξης και προόδου του συνόλου του μαθητικού πληθυσμού»!

Αυτό σημαίνει ότι συνενώνονται διαφορετικοί μεταξύ τους εκπαιδευτικοί και παιδαγωγικοί τομείς σε μια υπηρεσία, εξυπηρετώντας προφανώς όχι τις εκπαιδευτικές ανάγκες των μαθητών αλλά την εξοικονόμηση πόρων και προσωπικού. Φυσικά, σε βάρος της Ειδικής Αγωγής, που συνιστά σύνθετη παιδαγωγική παρέμβαση, χρήζει διεπιστημονικής και ταυτόχρονα εξατομικευμένης στήριξης των παιδιών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες και ως εκ τούτου απαιτεί πολλαπλάσια δαπάνη, προτεραιότητα και αναβαθμισμένες παροχές.

Για τα ΚΕΔΔΥ, το ρόλο και τα προβλήματά τους

Τα ΚΕΔΔΥ ιδρύθηκαν με τον ν. 2817/2000 ως Κέντρα Διάγνωσης Αξιολόγησης και Υποστήριξης (ΚΔΑΥ) και μετονομάστηκαν σε ΚΕΔΔΥ το 2008. Η 5μελής επιστημονική ομάδα, που αποτελείται από τον ειδικό παιδαγωγό, Πρωτοβάθμιας ή Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, τον παιδοψυχίατρο ή παιδίατρο με ειδίκευση στην παιδονευρολογία, τον κοινωνικό λειτουργό, τον ψυχολόγο και τον λογοθεραπευτή – στην ομάδα θα μπορούσε να συμμετέχει εργοθεραπευτής ή μέλος του εξειδικευμένου Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού – πραγματοποιεί γνωματεύσεις.

Ως διακριτή υποστηρικτική δομή της Ειδικής Εκπαίδευσης που ισχύει μέχρι σήμερα, έχει την αποκλειστική αρμοδιότητα να ανιχνεύει το βαθμό δυσκολίας του παιδιού, να καταρτίζει προσαρμοσμένα, εξατομικευμένα ή ομαδικά προγράμματα ψυχοπαιδαγωγικής και διδακτικής στήριξης και να εισηγείται το κατάλληλο σχολικό πλαίσιο, με το κατάλληλο πρόγραμμα Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης (ΕΑΕ) καθώς και την πορεία των μαθητών σε συνεργασία με τους σχολικούς συμβούλους της ΕΑΕ.

Θέτουμε, λοιπόν, το εύλογο ερώτημα: Ανταποκρίθηκε η δομή αυτή στο σύνθετο και απαιτητικό έργο της; Σίγουρα η λειτουργία της είναι ελλειμματική και συμβαδίζει με τη γενική εικόνα της Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης. Ο αριθμός των ΚΕΔΔΥ είναι πολύ μικρός σε σχέση με τις ανάγκες που υπάρχουν, είναι υποστελεχωμένα, με τη συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων να είναι αναπληρωτές και τις λίστες των εν αναμονή μαθητών για γνωμάτευση να είναι τεράστιες. Χαρακτηριστικά να πούμε ότι στα μεγάλα αστικά κέντρα η αναμονή μπορεί να ξεπερνά ακόμα και τα τρία χρόνια, και αξιολογούνται, κατά προτεραιότητα, οι μαθητές που πρόκειται να μεταβούν από βαθμίδα σε βαθμίδα.

Ταυτόχρονα, με το ρόλο και την αποστολή τους, τα ΚΕΔΔΥ είναι ενταγμένα και δεν αποκλίνουν από το πλαίσιο της γενικότερης κυβερνητικής και ευρωενωσιακής πολιτικής, που διαχρονικά έχει στην προμετωπίδα της την ένταξη όλων των παιδιών στη Γενική Εκπαίδευση. Τίτλος εύηχος που χρησιμοποιείται, προσχηματικά, για να δικαιολογηθούν η διαχρονική υποβάθμιση των διακριτών δομών της Ειδικής Αγωγής, τα μειωμένα κονδύλια, αποκλειστικά από το ΕΣΠΑ, με παντελή έλλειψη χρηματοδότησης από τον κρατικό προϋπολογισμό, η αδιοριστία χιλιάδων επιστημόνων κ.ά. Φυσικά, τόσο τα κενά στην Ειδική Αγωγή όσο και οι πολιτικές επιλογές και κατ” επέκταση η επιστημονική κατεύθυνση των δομών βαραίνουν αποκλειστικά τις πολιτικές επιλογές, διαχρονικά, των κυβερνήσεων.

Πέρα, όμως, από την όποια επιστημονική συζήτηση, ή διχογνωμία για το περιεχόμενο, όχι τόσο των διαγνώσεων όσο για το ποιο σχολικό πλαίσιο είναι κατάλληλο για το παιδί με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, το ΚΕΔΔΥ, από συγκρότησής του, διασφάλιζε, στο μέτρο του δυνατού, αυτό που αποτελεί επιστημονικό προαπαιτούμενο για τη χάραξη εκπαιδευτικής πολιτικής στον τομέα της Ειδικής Αγωγής και παρέμβασης: Τη γνωμάτευση. Και αυτός ο ρόλος αποτελεί τη βάση για την παραπέρα αναβάθμιση, επέκτασή τους και όχι την κατάργησή τους.

Γιατί, για να χαραχτεί η ανάλογη εκπαιδευτική πολιτική στον τομέα της Ειδικής Αγωγής, να διορισθεί το ανάλογο ειδικό εκπαιδευτικό προσωπικό, ειδικό βοηθητικό, ειδικό επιστημονικό, το πρώτο θεμελιακό επιστημονικό βήμα είναι η αξιολόγηση, η διάγνωση και καταγραφή των παιδιών που χρήζουν ειδικής στήριξης. Παραπέρα, για να ιδρυθούν νέες ειδικές δομές χρειάζεται, πρώτα απ” όλα, να εντοπιστούν και να καταγραφούν οι ανάγκες.

Αλλαγές εις βάρος των παιδιών με Ειδικές Ανάγκες

Το νομοσχέδιο έρχεται να αλλάξει ριζικά το τοπίο αυτό εις βάρος των παιδιών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες. Έτσι, καταργούνται τα ΚΕΔΔΥ και αφομοιώνονται στα ΚΕΣΥ μαζί με άλλες υπηρεσίες που δεν σχετίζονται με την Ειδική Αγωγή. Ο αριθμός των ειδικών επιστημόνων, ειδικών παιδαγωγών που προβλέπονται είναι πάρα πολύ μικρός ακόμα και για τη σύνταξη αξιολογικής έκθεσης. Δε συζητάμε για την ουσιαστική στήριξη των μαθητών. Εάν συνυπολογίσει κανείς όλες τις επιπλέον αρμοδιότητες που τους ανατίθενται, κατανοεί το μέγεθος της υποβάθμισης της Ειδικής Αγωγής.

Επιπλέον, από τις θέσεις που συστήνονται, καταργείται, με πρόσχημα την ιατρικοποίηση της παιδαγωγικής διαδικασίας, η ειδικότητα του παιδονευρολόγου! Όμως, καταλαβαίνουμε ότι η όποια ειδική παιδαγωγική παρέμβαση για να είναι αποτελεσματική πρέπει να πατάει και να παίρνει υπόψη την αιτιολογία της δυσκολίας, της απόκλισης κ.τ.λ. και αυτό το δίνει η ιατρική επιστήμη και δεν είναι αναχρονισμός αλλά διεπιστημονική ματιά για να προσεγγίσεις ολόπλευρα και όσο γίνεται πιο αντικειμενικά, σφαιρικά, την ειδική δυσκολία. Καταργώντας την ειδικότητα του παιδονευρολόγου, καταργείς το στέρεο έδαφος να ευδοκιμήσει η ειδική παιδαγωγική και αναγκάζεις τους γονείς να ξαναβάλουν το χέρι βαθιά στην τσέπη για να απευθυνθούν στα ιδιωτικά κέντρα γνωμάτευσης και να χρυσοπληρώσουν, ιδιωτικά πια, την υπηρεσία τους.

Επιπλέον, μέσα από το νομοσχέδιο τίθενται ένα σωρό καινούργια προαπαιτούμενα για να φτάσει ένας γονέας με το παιδί του στο ΚΕΣΥ για να πάρει τελικά την αξιολογική – περιγραφική έκθεση. Έτσι, για να κάνει αίτηση ο γονέας θα πρέπει να αποφανθεί με τεκμηριωμένη εισήγηση ο Σύλλογος Διδασκόντων αφού πρώτα αποδείξει ότι πήρε όλα τα αναγκαία μέτρα, έχει υλοποιήσει βραχύχρονα προγράμματα, έχει «πειραματιστεί» με το παιδί και δεν είχε κάποιο αποτέλεσμα.

Τι σημαίνουν τα παραπάνω; Το επιστημονικό προαπαιτούμενο, η απαρχή της ειδικής παιδαγωγικής παρέμβασης, η αξιολογική έκθεση – αξιολόγηση, που δεν είναι καν γνωμάτευση, μετατίθεται για το απώτερο μέλλον, με τον πολύτιμο χρόνο να τρέχει σε βάρος του παιδιού. Μάλιστα, ο υπεύθυνος δάσκαλος επικοινωνίας με το ΚΕΣΥ μπορεί να είναι της Ειδικής Αγωγής, αλλά εάν δεν υπάρχει, θα αναλαμβάνει δάσκαλος της γενικής!

Μέσα, λοιπόν, στα γενικά σχολεία, που τα τμήματα μπορεί να είναι 25άρια, χάνονται διδακτικές ώρες γιατί δεν καλύπτονται τα κενά με διορισμούς εκπαιδευτικών, υπάρχουν τεράστια κενά στην Ειδική Αγωγή, θα υλοποιούνται βραχύχρονα προγράμματα Ειδικής Εκπαίδευσης από όποιον εκπαιδευτικό περισσεύει!

Η κυβέρνηση αποτυπώνει συμπυκνωμένα το πνεύμα της πολιτικής της αντίληψης στην παρακάτω φράση: «Πρόκειται για μια προσπάθεια ολιστικής αντιμετώπισης των ψυχοκοινωνικών αναγκών όλων των μαθητών, χωρίς καμία διάκριση και, ιδίως, χωρίς διάκριση με βάση την ύπαρξη ειδικών εκπαιδευτικών αναγκών ή αναπηρίας…». Δηλαδή, «ολιστική» στη θεωρία και σούπα στην πράξη.

Να δυναμώσει ο αγώνας ενάντια στην παραπέρα υποβάθμιση της Ειδικής Αγωγής

Αντιτείνουμε και σθεναρά φωνάζουμε ότι αναγνωρίζουμε και παλεύουμε για το δικαίωμα στη διάκριση του παιδιού που έχει ειδικές παιδαγωγικές ανάγκες. Αποτελεί μέτρο προόδου της κοινωνίας ο βαθμός της αναβαθμισμένης, διακριτής, επιστημονικά σύγχρονης, στήριξης αυτών των παιδιών.

Γιατί επιστημονικά σύγχρονο είναι να υπάρχει καθολική, δημόσια και δωρεάν πρώιμη διάγνωση και παρέμβαση από τη στιγμή της σύλληψης, της γέννησης του παιδιού. Παραπέρα είναι πραγματικά αναγκαίο να καταρτίζεται από τα πρώτα βήματα, της προσχολικής ηλικίας, και καθ” όλη τη διάρκεια των σχολικών χρόνων Ενιαίο Επιστημονικό Πρόγραμμα, που θα θέτει τους γενικούς σκοπούς και στόχους και ταυτόχρονα μέσα σε αυτό το πλαίσιο θα γίνεται η αναγκαία εξειδίκευση ανά περίπτωση παιδιού. Βήμα βήμα θα παρακολουθείται αυτή η εξέλιξη και ανάπτυξή του, θα υποστηρίζεται με κάθε μέσο, έμψυχο ή άψυχο, θα πλαισιώνεται από κάθε επιστημονική ειδικότητα, κάθε καταρτισμένο επιστήμονα, και θα έχει στη διάθεσή του κάθε μέσο (τεχνολογικό, λογισμικό κ.ά.). Όλη η εκπαιδευτική διαδικασία θα υπηρετεί, όπως άλλωστε ισχύει και για τα παιδιά της τυπικής ανάπτυξης, το μέλλον του παιδιού, που δεν είναι άλλο από την ουσιαστική προετοιμασία και ένταξή του στην κοινωνία.

Σήμερα, χρειάζεται να δυναμώσει ο αγώνας για να μην περάσει το νομοσχέδιο που οδηγεί στην παραπέρα υποβάθμιση της Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης. Σε κοινό μέτωπο, γονείς, εκπαιδευτικοί, επιστήμονες που προβληματίζονται, συνολικότερα, για το ρόλο τους και την προσφορά τους να διεκδικήσουν το πραγματικά σύγχρονο και επιστημονικά αναγκαίο γι” αυτά τα παιδιά. Το σύγχρονο δεν προσδιορίζεται μόνο από το ίδιο το παιδί και τις ειδικές ανάγκες του αλλά προκύπτει από την ίδια τη δυνατότητα που γεννά η πρόοδος της επιστήμης. Επομένως, καθετί που έχει παραχθεί, πνευματικό ή υλικό, να διατεθεί στην υπηρεσία του παιδιού. Εδώ και τώρα να διεκδικήσουμε δημόσια και δωρεάν πρώιμη διάγνωση και παρέμβαση καθ” όλη τη σχολική διαδρομή, ίδρυση και επέκταση σύγχρονων δομών Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης, με την πρόσληψη όλου του αναγκαίου επιστημονικού, παιδαγωγικού και βοηθητικού προσωπικού.

 Της
Αγγελικής ΓΚΟΥΣΚΟΥ