Χωρίς προσεισμικό έλεγχο τα μισά σχολεία της χώρας!

Το σχολείο στη Λέσβο που κατέρρευσε το καλοκαίρι του 2017, από το σεισμό των 6,3 Ρίχτερ, είχε ελεγχθεί πριν το 2011 και είχε κριθεί ότι πρέπει να γίνουν άμεσα παρεμβάσεις. Ωστόσο, δεν έγινε απολύτως τίποτα…
Χωρίς κανέναν προσεισμικό έλεγχο παραμένει το 55% των σχολείων της χώρας! Το στοιχείο αυτό βέβαια δεν είναι το μοναδικό που αποκαλύπτει το μέγεθος του προβλήματος, σχετικά με την αντισεισμική θωράκιση σε μια χώρα που είναι η 6η πιο σεισμογενής χώρα στον κόσμο. Πιο συγκεκριμένα, συνολικά έχουν ελεγχθεί μέχρι σήμερα μόλις 15.000 από τα 87.000 δημόσια κτίρια, κτίρια δηλαδή που γίνονται μαζικές συναθροίσεις όπως: Σχολεία, νοσοκομεία, δικαστήρια, κτίρια δημόσιων υπηρεσιών, χώροι άθλησης, στάδια.

 

Και όλα αυτά συμβαίνουν σε μία χώρα όπως η Ελλάδα, που είναι η 6η πιο σεισμογενής χώρα του κόσμου και που η αντισεισμική θωράκιση και προστασία, μέρος των οποίων είναι οι προσεισμικοί έλεγχοι, θα έπρεπε να έχουν ολοκληρωθεί και να έχουν γίνει οι απαραίτητες παρεμβάσεις με ευθύνη του κράτους. Αξίζει να σημειώσουμε πως υπάρχουν εκτιμήσεις που αναφέρουν ότι το 50% των νοσοκομείων της χώρας είναι χωρίς προσεισμικό έλεγχο και μάλιστα χρειάζονται άμεσα παρεμβάσεις.

Πολύ πρόσφατα στη χώρα μας εκδηλώθηκε μια σεισμική έξαρση, με αφορμή την οποία τα φώτα της δημοσιότητας στράφηκαν στα ίδια και τα ίδια. Το εάν θα ενεργοποιηθούν άλλα ρήγματα, το εάν ήταν ο κύριος σεισμός, το εάν θα γίνει κάποιος μεγαλύτερος κ.λπ. Ομως, η ουσία του ζητήματος βρίσκεται αλλού…

Η περίπτωση των σχολείων

Παράδειγμα της κατάστασης που επικρατεί στο θέμα του προσεισμικού ελέγχου δημόσιων κτιρίων είναι τα σχολικά συγκροτήματα. Το σχετικό πρόγραμμα που είχε ξεκινήσει το 2004, διακόπηκε το 2011 λόγω της κατάργησης του Οργανισμού Σχολικών Κτιρίων και των απολύσεων των συμβασιούχων, που αποτελούσαν μνημονιακές δεσμεύσεις.

Την ίδια χρονιά, κόπηκε το 60% του προγράμματος δημόσιων επενδύσεων του ΟΣΚ και δεν εκταμιεύτηκαν 2,5 εκατ. ευρώ για τη δεύτερη φάση των ελέγχων. Ο πρωτοβάθμιος αντισεισμικός έλεγχος που έγινε σε σχολεία, ξεκίνησε το 2004 και είχε χρονοδιάγραμμα ολοκλήρωσης των εργασιών μέχρι τον Απρίλη του 2006. Στη συνέχεια, είχε προγραμματιστεί ο έλεγχος στα κτίσματα μεταξύ 1959 – 1985. Η πρώτη φάση (2004 – 2006) ολοκληρώθηκε το 2009. Για τη δεύτερη, δηλαδή για τα υπόλοιπα σχολικά κτίρια που λόγω παλαιότητας ενδέχεται να αντιμετωπίζουν σοβαρότερα προβλήματα και που αποτελούν το 55% του συνολικού αριθμού των σχολείων της χώρας, δεν ξεκίνησε ποτέ! Ετσι, από το 2011 έως τις αρχές του 2017 δεν πραγματοποιήθηκαν καθόλου προσεισμικοί έλεγχοι σχολείων στην 6η σε σεισμικότητα χώρα της Γης.

Ομως, ακόμα και σε περιπτώσεις που έγιναν έλεγχοι και εντοπίστηκαν προβλήματα, παρά τις επισημάνσεις, δεν έγιναν όσα έπρεπε. Πιο συγκεκριμένα, οι έλεγχοι που έγιναν πριν το 2011 ήταν σε 6.583 στατικά ανεξάρτητα κτίρια, στα οποία στεγάζονται 5.114 σχολικές μονάδες. Εντοπίστηκαν 539 μονάδες οι οποίες κρίθηκε πως χρειάζονται άμεσες παρεμβάσεις. Τότε, ο ΟΣΚ είχε ενημερώσει σχετικά δήμους και νομαρχίες. Ανάμεσα στα σχολεία ήταν και αυτό του χωριού Βρίσα στη Λέσβο,που κατέρρευσε στο σεισμό των 6,3 Ρίχτερ τον Ιούνη του 2017! Οι αρμόδιες αρχές δεν έκαναν τίποτα. Στο ολοήμερο τμήμα του Δημοτικού Σχολείου της Βρίσας, λοιπόν, στις 3.28 μετά το μεσημέρι, ώρα που σημειώθηκε ο καταστροφικός σεισμός, είχαν μείνει δυο παιδιά, αφού τα υπόλοιπα είχαν αποχωρήσει. Τα δίδυμα αγόρια σώθηκαν χάρη στην ψυχραιμία της δασκάλας τους, αλλά και τη γνώση που τα ίδια τα παιδιά είχαν, αφού μόλις πριν μια βδομάδα είχαν παρακολουθήσει πρόγραμμα προσομοίωσης σεισμών στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας, στο Σίγρι.

Πώς αποδυνάμωσαν τις «Κτιριακές Υποδομές»

Οι «Κτιριακές Υποδομές ΑΕ», που έχουν αναλάβει τον προσεισμικό έλεγχο των σχολείων, ξεκίνησαν από το Μάρτη του 2017 τους σχετικούς ελέγχους μετά την επαναπρόσληψη συμβασιούχων υπαλλήλων. Η επαναπρόσληψη είχε γίνει μετά από σχετική νομοθετική ρύθμιση που είχε καταθέσει το ΚΚΕ στη Βουλή. Ετσι, Μάρτη 2017 – Γενάρη 2018 πραγματοποιήθηκαν 78 αυτοψίες σε σχολεία της Θεσσαλίας και της Κεντρικής Μακεδονίας, όπως και άλλες 60 στην Αττική. Το πρόγραμμα ελέγχων θα συνεχιστεί και στη Δυτική Ελλάδα. Συνολικά θα γίνουν 1.700 έλεγχοι σε σχολεία που έχουν κτιστεί με βάση τον αντισεισμικό κανονισμό του 1959 και ανήκουν σε ζώνη επικινδυνότητας Ζ 2.

Ομως, με την αποδυνάμωση του φορέα σε τεχνικό προσωπικό, μετά από τις 150 πρόσφατες ενδοϋπουργικές μετατάξεις που έγιναν υπό το φόβο των απολύσεων λίγο πριν την απένταξη από το υπερταμείο ιδιωτικοποιήσεων, αναμένεται να γίνει δυσχερής, πάλι, η διενέργεια των προσεισμικών ελέγχων. Αποτέλεσμά τους είναι η δημιουργία από τη μία μέρα στην άλλη δυσαναπλήρωτων κενών σε τεχνικό προσωπικό, ιδιαίτερα στους κρίσιμους τομείς των μελετών, των κατασκευών, της απόκτησης γης, των προσεισμικών και μετασεισμικών ελέγχων και παρεμβάσεων.

Χαρακτηριστικό είναι ότι μετατάχθηκε η πλειοψηφία των ομάδων προσεισμικού ελέγχου, όλη η ομάδα στατικών, δεκάδες μελετητές και άλλες αναγκαίες ειδικότητες για την εύρυθμη λειτουργία του φορέα. Ενδεικτικά, από τους 57 πολιτικούς μηχανικούς έμειναν 27, από τους 48 αρχιτέκτονες έμειναν 27 και ανάλογη είναι η κατάσταση με τις άλλες τεχνικές ειδικότητες. Εξίσου ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι όσοι μετατάχθηκαν διασκορπίστηκαν σε κάθε λογής υπηρεσίες και φορείς του υπουργείου Υποδομών, αντί να ενισχύσουν τη Διεύθυνση Κτιριακών Υποδομών του υπουργείου, προκειμένου να αξιοποιηθεί η εμπειρία και η τεχνογνωσία τους σε σχολεία, νοσοκομεία, δικαστήρια και άλλα δημόσια κτίρια. Συνολικά η αναλογία τεχνικών σε σχέση με τις άλλες ειδικότητες είναι πλέον 50-50, ενώ προ των μετατάξεων ήταν περίπου 70-30. Επιπλέον, σήμερα η κυβέρνηση στοχεύει να εμπλέξει τη συντήρηση και την επισκευή των σχολείων στο «πακέτο Γιούνκερ», με βάση το οποίο, για να γίνει ένταξη σε ΣΔΙΤ συντήρησης – επισκευής ομάδων σχολείων, πρέπει να γίνει πλήρης επικαιροποιημένος φάκελος κάθε σχολείου, για να γνωρίζουν ο κατασκευαστικός όμιλος και οι τράπεζες την πραγματική γενική κατάσταση και να κοστολογήσουν με ακρίβεια την εμπλοκή και το κέρδος στο ΣΔΙΤ.

Πάνω από τα μισά σχολεία «στον αέρα»

Χαρακτηριστικό της σοβαρότητας του προσεισμικού ελέγχου των σχολείων είναι πως από τα 24.000 σχολικά κτίρια πανελλαδικά που στεγάζονται σε 14.000 σχολικές μονάδες, τα 6.000 (4.500 Σ.Μ.) δηλαδή το 25%, είναι κτισμένα πριν το 1959, 7.000 (4.000 Σ.Μ.) δηλαδή το 29,1%, είναι πριν το 1985 και 11.000 (5.500 Σ.Μ.) δηλαδή το 45,9%, είναι μετά το 1985. Με δύο λόγια, περισσότερα από τα μισά σχολικά κτίρια της χώρας είναι 25ετίας και πάνω και χρειάζονται σημαντικές ενισχύσεις και σταδιακά μεταστέγαση σε νέα σχολικά κτίρια. Παρ” όλα αυτά, οι κυβερνήσεις και τα συναρμόδια υπουργεία όχι μόνο δεν προχώρησαν σε ολοκλήρωση των ελέγχων και στις απαραίτητες παρεμβάσεις, όχι μόνο δεν επιτάχυναν το πρόγραμμα κατασκευής νέων σχολείων, αλλά, επιπλέον, με την ψήφιση του «Καλλικράτη» και τη μεταφορά της αρμοδιότητας στους δήμους, αλλά και τη δραστική περικοπή των κονδυλίων από τον προϋπολογισμό, οδήγησαν και οδηγούν σε οριστική απαξίωση τη δημόσια σχολική στέγη.

Εξάλλου, το θέμα της αντισεισμικής προστασίας και όσον αφορά στα σχολικά κτίρια απαιτεί πολιτικές που θα βάζουν στο επίκεντρο την ασφάλεια και τις σύγχρονες ανάγκες της λαϊκής οικογένειας και όχι τα μεγάλα συμφέροντα. Ακόμα και τα σχολικά κτίρια που χτίζονται σήμερα, ιδιαίτερα στο Λεκανοπέδιο, δεν τηρούν ορισμένες βασικές προδιαγραφές και κανόνες που αφορούν και την αντισεισμική προστασία. Τα περισσότερα από αυτά έχουν μικρούς έως ανύπαρκτους αύλειους χώρους, ενώ σε πολλά από αυτά πριν καλά – καλά λειτουργήσουν, γίνονται παρεμβάσεις που επιδεινώνουν παραπέρα την κατάσταση (προσθήκες αιθουσών στον αύλειο χώρο, χωρισμούς αιθουσών με γυψοσανίδες, κάγκελα παντού κ.λπ.).

Αυτή η απαράδεκτη κατάσταση έχει επιδεινωθεί και από τις γενικευμένες συγχωνεύσεις σχολείων, που στοχεύουν στην παραπέρα υποβάθμιση και εμπορευματοποίηση της Παιδείας γενικότερα και οδηγούν στο στοίβαγμα διπλάσιου πολλές φορές αριθμού μαθητών σε σχολικά κτίρια που δεν πληρούν στοιχειώδεις προδιαγραφές, τόσο σε σχολικές αίθουσες όσο και σε κοινόχρηστους χώρους (αυλή, διάδρομοι κ.λπ.).

Βασικές προτεραιότητες

Απαιτείται ένας ενιαίος κρατικός κατασκευαστικός φορέας. Να σταματήσει κάθε διαδικασία εμπορευματοποίησης και ιδιωτικοποίησης του δημόσιου σχολικού κτιρίου (ΣΔΙΤ, προγραμματικές συμβάσεις, αναθέσεις) και να δοθούν τα αναγκαία κονδύλια από τον κρατικό προϋπολογισμό. Αυτή η κατάσταση μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με μία άλλη πολιτική, που βάζοντας στο επίκεντρο τις ανάγκες και την ασφάλεια των εργαζομένων και των οικογενειών τους, θα θέσει ως πρώτες προτεραιότητες:

  • Αυστηρή τήρηση των προδιαγραφών για την κατασκευή σχολικών κτιρίων και απαγόρευση κάθε παρέμβασης, κατασκευαστικής ή άλλης.
  • Θεσμοθέτηση νέου πιο σύγχρονου αντισεισμικού κανονισμού που να λαμβάνει υπόψη τις πλέον σύγχρονες μεθόδους και τα υλικά, αλλά και τις ιδιαιτερότητες χώρων όπως τα σχολικά κτίρια.
  • Παραπέρα βελτίωση των προδιαγραφών για τα υλικά εξοπλισμού των σχολείων, ώστε να είναι ακόμα πιο ασφαλή (θρανία, γραφεία, καθίσματα, πίνακες κ.λπ.). Ιδιαίτερη μέριμνα απαιτείται και στην τοποθέτηση αυτών των υλικών στα σχολεία, ώστε να μην εγκυμονούν κινδύνους σε περίπτωση σεισμού και όχι μόνο (σταθεροποίηση πινάκων, βιβλιοθηκών κ.λπ.).
  • Ολα τα παραπάνω, σε συνδυασμό με την αναγκαία προετοιμασία, εκπαίδευση και εξάσκηση μαθητών, εκπαιδευτικών και γονιών, για την προστασία και διαφυγή τους σε περίπτωση σεισμού, μπορούν να αποτελέσουν τη βάση για ένα αξιόπιστο σύστημα αντισεισμικής προστασίας.
  • Τον ταχύτατο έλεγχο όλων των σχολικών κτιρίων, την άμεση εκκένωση όσων είναι επικίνδυνα και τις απαραίτητες παρεμβάσεις σε όλα όσα αντιμετωπίζουν προβλήματα, είτε λόγω ζημιών από σεισμούς, είτε λόγω παλαιότητας, είτε λόγω επεμβάσεων (προσθήκες αιθουσών, χωρίσματα, άλλες αυθαιρεσίες όπως λαμαρίνες, κάγκελα κ.λπ.).
  • Αντίσταση στην πολιτική των συγχωνεύσεων σχολείων που, μεταξύ των άλλων, επιδεινώνουν δραματικά τόσο τις συνθήκες εκπαίδευσης όσο και τις συνθήκες προστασίας και διαφυγής σε περίπτωση σεισμού.
  • Πρόγραμμα κατά προτεραιότητα, για άμεση απόκτηση κατάλληλων οικοπέδων για σχολικά κτίρια, ιδιαίτερα σε περιοχές όπως η Αττική ή η Θεσσαλονίκη.

Μεταφορά πείρας από την Ιταλία

 Στην Πανελλαδική Συνάντηση προσκλήθηκε και συμμετείχε ο Ιταλός μαθητής Σιμόν Βιάλ, αντιπρόεδρος του Περιφερειακού Μαθητικού Συμβουλίου του Τορίνο, που στο χαιρετισμό του μεταξύ άλλων μετέφερε εικόνα για τις εξελίξεις στην Παιδεία στη γειτονική χώρα:

«Από το 2008 έως σήμερα, ο τομέας της Εκπαίδευσης έχει υποστεί μεγάλες περικοπές, που υπολογίζονται σε περισσότερα από 22 δισεκατομμύρια ευρώ, προκειμένου να υπάρξει σύγκλιση με τις κατευθύνσεις που επιβάλλει η Ευρωπαϊκή Ενωση, να σωθούν οι μεγάλες τράπεζες και να αυξηθούν οι στρατιωτικές δαπάνες. Λόγω αυτής της επιλογής, η δημόσια Εκπαίδευση στη χώρα μας βρίσκεται σήμερα σε μια πολύ δύσκολη κατάσταση, με επικίνδυνα κτίρια, μεγάλη διαρροή μαθητών και κάθε χρόνο γίνεται ακριβότερη για τις οικογένειες. (…)

Ο στόχος της κυβέρνησης, υπό την πίεση των κυριότερων ευρωπαϊκών παραγωγικών τομέων, είναι η δημιουργία ενός σχολείου βασισμένου στις ανάγκες των επιχειρήσεων και των κερδών τους. Η τελευταία εκπαιδευτική «μεταρρύθμιση», η οποία προτάθηκε από την κυβέρνηση Ρέντσι το 2015, προωθεί έντονα αυτή την κατεύθυνση, ανοίγοντας τις πόρτες των σχολείων σε μεγάλους μονοπωλιακούς ομίλους. Σήμερα οι επιχειρήσεις επιτρέπεται να χρηματοδοτούν μεμονωμένα σχολεία, τροποποιώντας το πρόγραμμα σπουδών τους, χρησιμοποιώντας τη δικαιολογία ότι δεν υπάρχουν δημόσια χρήματα για τη χρηματοδότηση της δημόσιας Εκπαίδευσης. Επιπρόσθετα, υπάρχει η «Μάθηση μέσω της Εργασίας» (σ.σ. Alternanza scuola-lavoro στα Ιταλικά), ένα σύστημα που αναγκάζει κάθε χρόνο 1,5 εκατομμύριο μαθητές να εργάζονται χωρίς να πληρώνονται, προκειμένου να επιτύχουν στις τελικές εξετάσεις στο γυμνάσιο. Χάρη σε αυτό το πρόγραμμα, τα αφεντικά έχουν στη διάθεσή τους ένα τεράστιο εργατικό δυναμικό χαμηλού κόστους, το οποίο τους επιτρέπει να εξοικονομούν χρήματα από την εργασιακή εκμάθηση και να διαμορφώνουν τη διδασκαλία ανάλογα με τις ανάγκες τους.

Για παράδειγμα, αυτή τη στιγμή υπάρχουν 10.000 μαθητές που δουλεύουν δωρεάν μόνο στα «McDonald’s», από τους συνολικά 20.000 υπαλλήλους για τον κολοσσό των fast food στην Ιταλία. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, σημειώνεται αύξηση του αριθμού των εργατικών «ατυχημάτων», αύξηση των επεισοδίων βάναυσης εκμετάλλευσης και αύξηση της απουσίας κάθε δικαιώματος για τους νέους. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι η «μεταρρύθμιση» αρνείται τα πιο θεμελιώδη δικαιώματα για τους μαθητές, από το μισθό για τις ώρες εργασίας έως το μέγιστο χρόνο εργασίας, τη δυνατότητα να έχουν λόγο για την επιλογή των πρότζεκτ. Επιπλέον, η τελευταία εκπαιδευτική «μεταρρύθμιση» έδωσε ευρύτερες εξουσίες στους διευθυντές, οι οποίοι μπορούν σήμερα να επιλέξουν απευθείας τους δασκάλους, να δώσουν μπόνους και να κάνουν συμφωνίες με μεμονωμένες επιχειρήσεις».

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΤΟΥ Δ.Σ. ΤΗΣ ΔΟΕ ΜΕ ΤΟΝ ΥΠΟΥΡΓΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΑΓΩΓΗ

Συναδέλφισσες και συνάδελφοι,

Και πάλι ανέξοδες υποσχέσεις από τη μεριά του Υπ. Παιδείας κ. Γαβρόγλου στη συνάντηση με το Δ.Σ. της ΔΟΕ για την Προσχολική Αγωγή. Η όλη συζήτηση ένθεν και κείθε περιστράφηκε στον τίτλο του πανεπιστημιακού Τμήματος που θα δημιουργηθεί στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής για τις βρεφονηπιοκόμους που ως τώρα αποτελούσαν τμήμα των ΑΤΕΙ Πειραιά. Επίσης υποσχέσεις για πρόβλεψη Προεδρικού Διατάγματος (Π.Δ.) ή μνεία γι’ αυτό στο νόμο σε σχέση με τα επαγγελματικά δικαιώματα των νηπιαγωγών και των εργαζομένων στους παιδικούς σταθμούς.

Όταν όμως ζητήθηκε επίμονα από τον Υπ. Παιδείας να προχωρήσει τώρα στην καθιέρωση της δίχρονης Υποχρεωτικής Προσχολικής Αγωγής και να προωθήσει προς υπογραφή τώρα Π.Δ. που να ξεκαθαρίζει τα εργασιακά δικαιώματα των δύο κλάδων, τότε φάνηκε η παρελκυστική τακτική του Υπ. Παιδείας και της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Ο Υπ. Παιδείας μίλησε ξανά για το τριετές πλάνο για την καθιέρωση της Δίχρονης Υποχρεωτικής Προσχολικής Αγωγής. Να σημειωθεί ότι ενώ στην αρχή είπε ότι η έναρξη θα γίνει τον επόμενο Σεπτέμβρη, μετά αναφέρθηκε σε ομάδα εργασίας που μελετά τις περιοχές που θα ξεκινήσει και ποιες θα ακολουθήσουν κ.λπ., για να μας πει στο τέλος ότι η Δίχρονη «Υποχρεωτική» ΠΑ θα ξεκινήσει από τις περιοχές που πληθυσμιακά η ίδια η ζωή έχει λύσει το ζήτημα!

Πραγματικά δεν ξέρεις τι να πιστέψεις από μια κυβέρνηση που έχει μιλήσει για 20.000 μόνιμους διορισμούς και προχωρά σε απολύσεις αναπληρωτών, που υπόσχεται 2χρονη Υποχρεωτική Προσχολική Αγωγή και την ίδια στιγμή υποβαθμίζει τη λειτουργία του Νηπιαγωγείου (διάλυση ολοήμερου, αύξηση ωραρίου, υποδομές κ.ά.).

Όχι απλά δεν υπάρχουν θετικά από τη συγκεκριμένη συνάντηση – όπως ισχυρίζεται η πλειοψηφία του Δ.Σ. της ΔΟΕ – αλλά φαίνεται πως θα συνεχιστεί η κοροϊδία, οι τακτικισμοί, το στήσιμο κάλπικων αντιπαραθέσεων ανάμεσα στους εργαζόμενους, ώστε να περνάει αλώβητη η αντιλαϊκή πολιτική.

Στον αγώνα, στη σύγκρουση με την αντιλαϊκή πολιτική, στην πάλη για σύγχρονα μορφωτικά δικαιώματα βρίσκεται η λύση και όχι στα παζάρια για το τι θα χάσουμε!!

Ως Αγωνιστική Συσπείρωση Εκπαιδευτικών (το ψηφοδέλτιο που στηρίζει το ΠΑΜΕ) κάναμε σαφές ότι η μόνη απάντηση σήμερα είναι η καθιέρωση – εδώ και τώρα – Δίχρονης Υποχρεωτικής Προσχολικής Αγωγής, ώστε όλα τα νήπια προνήπια να είναι στο Δημόσιο Νηπιαγωγείο με διασφάλιση των επαγγελματικών δικαιωμάτων των δύο κλάδων!

Συναδέλφισσες, συνάδελφοι,

Με τη συσπείρωση στους Συλλόγους μας και στη γραμμή ρήξης, μπορούμε και πρέπει να περάσουμε στην αντεπίθεση. Όλες και Όλοι συσπειρωμένοι στον Σύλλογό μας διεκδικούμε τα δικαιώματά μας! Όλες και Όλοι στις Γενικές Συνελεύσεις των Σωματείων μας!!

Αθήνα, 31/1/2018

Για τις αθλιότητες των ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΩΝ και της ΔΑΚΕ κατά τη συγκρότηση προεδρείου στη Γ΄ΕΛΜΕ ΔΥΤΙΚΗΣ ΑΘΗΝΑΣ

Για τις αθλιότητες των ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΩΝ και της ΔΑΚΕ κατά τη συγκρότηση προεδρείου στη Γ΄ΕΛΜΕ ΔΥΤΙΚΗΣ ΑΘΗΝΑΣ

(Πετρούπολη, Ίλιον, Άγιοι Ανάργυροι -Καματερό)

 

Συναδέλφισσες, συνάδελφοι,

Είμαστε υποχρεωμένοι να σας ενημερώσουμε για ορισμένες αρνητικές εξελίξεις στην ΕΛΜΕ. Όπως γνωρίζετε στις εκλογές για το Δ.Σ. της ΕΛΜΕ (18-12-2018)  η Αγωνιστική Συσπείρωση Εκπαιδευτικών (το ψηφοδέλτιο που στηρίζει το ΠΑΜΕ) αναδείχθηκε 1η δύναμη με 157 ψήφους.

Στις 22/1 έγινε συνεδρίαση του Δ.Σ. για την συγκρότηση προεδρείου της ΕΛΜΕ. Ως Αγωνιστική Συσπείρωση Εκπαιδευτικών διεκδικήσαμε την θέση του προέδρου της ΕΛΜΕ στα πλαίσια ενός Δ.Σ με αντιπροσωπευτικό αναλογικό προεδρείο (1η δύναμη πρόεδρος, 2η δύναμη γραμματέας ή αντιπρόεδρος κ.τ.λ.).

Στη συγκρότηση του Δ.Σ. οι ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ δήλωσαν ότι επιδιώκουν προγραμματικό προεδρείο «κόντρα στην αδράνεια της ΟΛΜΕ και τον κυβερνητικό συνδικαλισμό». Η ΔΑΚΕ δήλωσε ότι θα ψηφίσει«παρατάξεις και άτομα που θα υπάρχει η ελάχιστη σύγκλιση, συνεργασία και συμπόρευση!!Τελικά οι ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ συγκρότησαν προγραμματικό προεδρείο με τη ΔΑΚΕ!Ο εκπρόσωπος των ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΩΝ στο ΚΕΜΕΤΕ της ΟΛΜΕ και μέλος του Δ.Σ. της ΕΛΜΕ Αντώνης Πέττας έθεσε υποψηφιότητα για πρόεδρος και εκλέχτηκε με τις ψήφους της  ΔΑΚΕ. Η απόφαση γι΄ αυτό το «προγραμματικό προεδρείο», όπως αποδεικνύεται από τα ίδια τα γεγονότα είχε κλειστεί πολύ πριν τη συγκρότηση του Δ.Σ. σε κεντρικό επίπεδο. Άλλωστε και ο πρόεδρος της ΟΛΜΕ και επικεφαλής της ΔΑΚΕ είναιμέλος του σωματείου μας.

Έτσι λοιπόν οι δύο παρατάξεις οι ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ και η  ΔΑΚΕ προχώρησαν σε μια συμφωνία αποκλεισμού της ΑΣΕ από τη θέση του προέδρου που δικαιωματικά μας ανήκει.

Η εξέλιξη αυτή, για μια ακόμα φορά, δείχνει ότι ο τυχοδιωκτισμός των ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΩΝ δεν έχει κανένα όριο. Μπροστά στην καρέκλα δε διστάζουν σε τίποτα. Πριν λίγο καιρό στήριξαν έκαναν πλάτες για να γίνει ο ΣΥΡΙΖΑ κυβέρνηση. Τώρα κάνουν «κομπρεμί» με την παράταξη της Ν.Δ.Το βαθμό του τυχοδιωκτισμού τους φανερώνει ένα άρθρο στελέχους τους (στην εφημερίδα ΠΡΙΝ που καλύπτει πολιτικά το χώρο της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και των ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΩΝ) που έκανε μάθημα στο ΠΑΜΕ για τη συγκρότηση των οργάνων στα σωματεία λίγες μέρες πριν. Με αφορμή τη συγκρότηση προεδρείου στο Εργατικό Κέντρο Κοζάνης έγραφαν: «η συγκρότηση προεδρείων στα συνδικάτα προϋποθέτει μια στοιχειώδη πολιτική συμφωνία…». Η στάση τους κατά τη συγκρότηση του Δ.Σ. της ΕΛΜΕ επιβεβαιώνει τη φράση του αμερικανού κωμικού Γκραούτσο Μαρξ:«Αυτές είναι οι αρχές μου. Και αν δεν σου αρέσουν… εντάξει, έχω κι άλλες»!

Πραγματικά το μένος τους για το ΠΑΜΕ βγάζει μάτια!Δεν διστάζουν να εφαρμόσουν τις πιο τυχοδιωκτικές και ανήθικες μεθόδους για να αποκλείσουν τις δυνάμεις του ταξικού κινήματος. Βάζουν πλάτη για να μην εκφραστεί η αγωνιστική βούληση εκατοντάδων συναδέλφων, κάνοντας πλάτη σε δυνάμεις που είναι τα γεράστηρίγματα της κυβέρνησης για να περάσει η αξιολόγηση, τα σχέδια για τις νέες δομές στην δευτεροβάθμια κ.τ.λ.

Η πρακτική τους είναι πλέον γνωστή!Τελικά, η στάση κάθε συνδικαλιστικής δύναμης απέναντι στο ΠΑΜΕ είναι κριτήριο.

Ας βγάλουν οι συνάδελφοι τα συμπεράσματά τους!

25-1-2018

Ανασκόπηση των πεπραγμένων της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ την τελευταία τριετία σε Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπ/ση – από ΑΣΕ

Στα τρία χρόνια διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ έχει κυλήσει πολύ νερό στ” αυλάκι και στο χώρο της Παιδείας. Μπορούν από τα μέχρι τώρα πεπραγμένα της κυβέρνησης να βγουν ασφαλή συμπεράσματα και για την πορεία της στο μέλλον. Αξίζει, λοιπόν, να σταθούμε και να θυμηθούμε μια σειρά κυβερνητικές ρυθμίσεις αυτών των τριών τελευταίων χρόνων, ειδικά στο χώρο της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, που συνδιαμορφώνουν το – σίγουρα όχι ρόδινο – τοπίο των σχολείων.

Αρχικά πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ συνέχισε να ξεδιπλώνει την πολιτική της στην Παιδεία, πιάνοντας το νήμα από τις προηγούμενες κυβερνήσεις της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ και ακολουθώντας τη χαραγμένη ρότα πάνω στη στρατηγική της ΕΕ και τις κατευθύνσεις του ΟΟΣΑ. Τον ΟΟΣΑ, μάλιστα, τον αναγόρευσε επισήμως σε «συμβουλάτορα» στα ζητήματα της Παιδείας (!) και αναμένεται (βάσει και μνημονιακών δεσμεύσεων) η νέα έκθεσή του για το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα, που θα αποτελέσει τη βάση για μελλοντικές μεταρρυθμίσεις. Παράλληλα, η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ ήταν η πρώτη απ” όλες τις κυβερνήσεις την περίοδο της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης που ενέταξε και τα θέματα της Παιδείας μέσα στο μνημόνιο, αναλαμβάνοντας συγκεκριμένες δεσμεύσεις για επιτάχυνση των αναδιαρθρώσεων.

Σε αυτό το φόντο συνεχίζεται στο χώρο της Εκπαίδευσης η υποχρηματοδότηση (π.χ. η χρηματοδότηση των Σχολικών Επιτροπών που μειώθηκε στο μισό στα χρόνια της κρίσης, παραμένει καθηλωμένη ακριβώς στα ίδια επίπεδα), συνεχίζουν οι γονείς να βάζουν διαρκώς το χέρι στην τσέπη για να συμπληρώνουν τις ελλείψεις στην Εκπαίδευση, συνεχίζει να βασιλεύει η παραπαιδεία και, τελικά, η τσέπη των γονιών να καθορίζει τη μόρφωση των παιδιών.

Δραστική μείωση των εκπαιδευτικών στα σχολεία

 

Μια από τις καθοριστικές παρεμβάσεις της κυβέρνησης αρχικά στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση και κατόπιν στη Δευτεροβάθμια ήταν η δραστική μείωση των εκπαιδευτικών. Θυμίζουμε ότι το 2015 ήταν μια χρονιά με τεράστιες ελλείψεις εκπαιδευτικών στα σχολεία, με χιλιάδες κενά εκπαιδευτικών που καλύφθηκαν πολλούς μήνες μετά την έναρξη της σχολικής χρονιάς. Αυτή η εικόνα επαναλήφθηκε το 2016, όμως η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, έχοντας εντοπίσει το πρόβλημα, βρήκε τρόπο να… κρύψει τα κενά κάτω από το χαλί! Από την άνοιξη του 2016, με υπουργικές αποφάσεις και άλλες νομοθετικές ρυθμίσεις, η κυβέρνηση μείωσε ώρες και μαθήματα από το ωρολόγιο πρόγραμμα της πλειοψηφίας των σχολείων των αστικών κέντρων, με αποτέλεσμα να χρειάζεται πολύ λιγότερους εκπαιδευτικούς ειδικοτήτων στα δημοτικά σχολεία. Ο τότε υπουργός Παιδείας, Ν. Φίλης, είχε επιχειρήσει να «ντύσει» με παιδαγωγικό περιεχόμενο αυτές τις ρυθμίσεις, λέγοντας ότι φτιάχνει ένα ενιαίου τύπου Ολοήμερο Δημοτικό Σχολείο. Όμως, ενιαίο δεν είναι το σχολείο που τα μαθήματα καθορίζονται από όποιες ώρες περισσεύουν. Ενιαίο και σύγχρονο δεν είναι το σχολείο όπου οι δάσκαλοι για να συμπληρώσουν ωράριο μετατρέπονται και ολίγον σε γυμναστές, σε εικαστικούς, σε μουσικούς κ.λπ. Γιατί τέτοιους αναχρονισμούς είδαμε και συνεχίζουμε να βλέπουμε και σήμερα στα δημοτικά σχολεία. Από την άλλη, ούτε τα κενά εξαλείφθηκαν στην αρχή της σχολικής χρονιάς, ενώ χιλιάδες αναπληρωτές εκπαιδευτικοί απολύθηκαν (δεν επαναπροσλήφθηκαν στα σχολεία).

Η υπόθεση του διορισμού μόνιμων εκπαιδευτικών στα σχολεία είναι επίσης αξιομνημόνευτη, ως ένα ακόμα χαρακτηριστικό δείγμα κοροϊδίας από την πλευρά της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ. Από τα τέλη του 2015, ο υπουργός Παιδείας υποσχόταν διορισμούς μόνιμων εκπαιδευτικών (γινόταν ακόμα και πλειοδοσία σε αριθμούς, με 18.000 ή 20.000 διορισμούς), συμπληρώνοντας ότι αυτοί θα γίνουν από το 2016, με ορίζοντα 4ετίας, προσθέτοντας βέβαια πάντα ότι θα συναρτώνται από την πορεία του προϋπολογισμού και των δημοσιονομικών. Στη συνέχεια, το έτος των διορισμών μετατέθηκε στο 2017 και μετά στο 2018, με επίκληση του χρόνου που χρειάζεται για να διοργανωθεί ο διαγωνισμός του ΑΣΕΠ και άλλες αντίστοιχα φαιδρές δικαιολογίες που διοχετεύονταν.

Τελικά, το Μάρτη του 2017, στην εισηγητική έκθεση τροπολογίας που κατέθεσε στη Βουλή το υπουργείο Παιδείας σχετικά με την πρόσληψη αναπληρωτών, ομολόγησε ότι μέχρι το 2019 «οι ισχύοντες δημοσιονομικοί περιορισμοί καθιστούν αδύνατο (…) τον διορισμό μόνιμων εκπαιδευτικών στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση». Αν και από πλευράς υπουργείου Παιδείας έχουν «μαζέψει» τις πολλές υποσχέσεις για προσλήψεις μόνιμων εκπαιδευτικών, η κοροϊδία δεν έχει σταματήσει. Είναι δε χαρακτηριστικό ότι όταν τον περασμένο Μάη ο πρωθυπουργός παρουσίασε το τριετές πλάνο της κυβέρνησης για την Παιδεία, αναγνώρισε ότι οι ανάγκες ανέρχονται σε 20.000 εκπαιδευτικούς και δήλωσε ότι μέχρι το τέλος του 2017 θα ανακοινωνόταν το πώς μέσα στην τριετία θα καλυφθεί το μεγαλύτερο μέρος τους. Βέβαια, έχουμε μπει στο 2018 και καμιά σχετική ανακοίνωση δεν έχει γίνει…

Συνέπειες στο μορφωτικό επίπεδο των μαθητών

Στη λογική της εξοικονόμησης εκπαιδευτικών, αλλά όχι μόνο, κινούνται και άλλες σποραδικές ρυθμίσεις που πέρασε το υπουργείο Παιδείας τα τελευταία τρία χρόνια. Σε αυτό το πνεύμα διπλασιάστηκε ο ελάχιστος απαιτούμενος αριθμός για τη δημιουργία τμήματος στα νηπιαγωγεία, ενώ αντίστοιχα αυξήθηκαν και αυστηροποιήθηκαν τα όρια για τη δημιουργία τμημάτων ειδικοτήτων και τομέων στα ΕΠΑΛ. Αυτό οδήγησε σε συγχωνεύσεις, αλλά και στο κόψιμο εκατοντάδων τμημάτων των ΕΠΑΛ τα τελευταία δύο χρόνια.

Όπως φαίνεται γενικότερα, οι συγχωνεύσεις τείνουν να παγιωθούν για την Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Δεν είναι τυχαίο, εξάλλου, ότι άρθρο που ορίζει τα κριτήρια των συγχωνεύσεων, μπήκε στο πολυνομοσχέδιο με τα προαπαιτούμενα της τρίτης «αξιολόγησης», που ψηφίστηκε την περασμένη Δευτέρα, δείχνοντας ότι όπως και τα προηγούμενα χρόνια, τα σχολεία που συγχωνεύονται ή κλείνουν, είναι πολύ περισσότερα από αυτά που ανοίγουν.

Ακόμα, άλλη μια αναχρονιστική τακτική που φαίνεται να παγιώνεται από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, είναι αυτή για τις διπλές και τριπλές αναθέσεις. Δηλαδή, η οδηγία προκειμένου να βγει το πρόγραμμα στα σχολεία εκ των ενόντων χωρίς το διορισμό όλων των απαραίτητων ειδικοτήτων εκπαιδευτικών, να διδάσκουν οι εκπαιδευτικοί μαθήματα εν πολλοίς άσχετα με την ειδικότητά τους (π.χ. ο θεολόγος ή ο καθηγητής Αγγλικών να διδάσκει Ιστορία, ο καθηγητής Πληροφορικής να διδάσκει Γεωμετρία, με βάση το τι θυμάται ο ίδιος από τα γυμνασιακά του χρόνια κ.ο.κ.).

Είναι εντελώς φανερό ότι όλα τα παραπάνω δεν έχουν ως συνέπεια μόνο τη μείωση των εκπαιδευτικών, τις απολύσεις και τη διόγκωση της ανεργίας τους, αλλά έχουν και σοβαρές συνέπειες στο μορφωτικό επίπεδο των μαθητών.

Αυτό συμβαίνει και με τις αλλαγές που έφερε η κυβέρνηση στα Γυμνάσια. Γιατί παράλληλα με τη μείωση του ωρολόγιου προγράμματος στα Δημοτικά, το υπουργείο Παιδείας προχώρησε και σε μείωση ωρών και εξεταζόμενων μαθημάτων στα Γυμνάσια.

Να σημειωθεί ότι η μείωση της ύλης δεν είναι κάτι νέο, ούτε άσχετο από το περιεχόμενο της σχολικής γνώσης. Έχει ήδη ξεκινήσει από τα περιβόητα βιβλία και προγράμματα της περιόδου 2006 – 2007 που είναι ακόμα σε ισχύ, υπακούοντας στην ίδια λογική της «διαθεματικότητας» (της λογικής από μέρος σε μέρος και όχι από το μέρος στο όλο και πάλι πίσω στο συγκεκριμένο), όπως από το 2006 αποκλειστικά το ΚΚΕ ανέδειξε ως σοβαρό επιστημονικό, μεθοδολογικό πρόβλημα και όχι κυρίως ως ζήτημα προχειρότητας. Στη βάση αυτή, μειώθηκε η ύλη μαθημάτων που σχετίζονται με τις φυσικές επιστήμες και τα μαθηματικά. Για παράδειγμα, η Γεωμετρία σχεδόν εξοβελίστηκε, ενώ είναι γνωστό ότι εξασκεί τη φαντασία, την αναλυτική και συνθετική σκέψη, ενώ υποβαθμίστηκαν επιστήμες όπως η Χημεία, η Φυσική, που όταν διδάσκονται σωστά (υλιστικά, ορθολογικά), «διαπαιδαγωγούν» στο να σκέφτεται κάποιος με βάση το αίτιο και το αποτέλεσμα, την ύπαρξη αντικειμενικών νόμων κίνησης της ύλης. Στα γλωσσικά μαθήματα, το δημιουργικό στοιχείο περιορίζεται, η μέθοδος εκμάθησης αντιγράφει τη μέθοδο εκμάθησης της αγγλικής, χωρίς κανόνες – απαραίτητο σημείο αναφοράς για την αφομοίωση του γλωσσικού πλούτου – ενώ συνοδεύεται κατά βάση από κείμενα απλοϊκά, χρηστικά, ρηχά, γιατί υποτίθεται «αυτά ενδιαφέρουν τους μαθητές».

Στην πραγματικότητα, η κυβέρνηση θέλει να δημιουργήσει στη λαϊκή οικογένεια μειωμένες μορφωτικές απαιτήσεις για τα παιδιά της, να οδηγήσει στη λογική «άντε να τελειώσουμε το Γυμνάσιο και μετά βλέπουμε». Όμως, το μετά έχει να κάνει με τις περιβόητες αλλαγές στο Λύκειο και εκεί «θα τρώει η μύγα σίδερο και το κουνούπι ατσάλι».

«Νέο» Λύκειο: Να δεις τι σου “χω για μετά…

Στα τέλη Αυγούστου, το υπουργείο Παιδείας παρουσίασε τις γενικές γραμμές του σχεδίου του για το νέο Λύκειο και την πρόσβαση στην Ανώτατη Εκπαίδευση. Πρόκειται για ρυθμίσεις που φτιάχνουν ένα Λύκειο πολύ πιο σκληρό, ανταγωνιστικό, σε τελική ανάλυση ακόμα πιο ταξικό. Το χαρακτηριστικό αυτού του νέου Λυκείου είναι ότι θα είναι απόλυτα προσανατολισμένο στην πρόσβαση στην Ανώτατη Εκπαίδευση και στο όνομα του ότι σήμερα η Β” και Γ” Λυκείου έχουν ακυρωθεί στο βωμό των εξετάσεων, νομιμοποιείται ακριβώς αυτό, δηλαδή μειώνονται τα μαθήματα και κρατούνται μόνο αυτά που θα μετράνε για την πρόσβαση. Ετσι, το Λύκειο χάνει εντελώς τον όποιο μορφωτικό ρόλο του είχε απομείνει.

Συγκεκριμένα, το σχέδιο της κυβέρνησης προβλέπει:

  • Τα μαθήματα στη Β” και τη Γ” Λυκείου μειώνονται στο μισό περίπου απ” ό,τι είναι σήμερα και αφορούν για κάθε μαθητή την ομάδα σχολών των ΑΕΙ στην οποία τον ενδιαφέρει να εισαχθεί.
  • Στη Γ” Λυκείου εισάγονται νέες γραπτές εξετάσεις πανελλαδικού τύπου την περίοδο του Γενάρη. Επίσης, εισάγεται μία γραπτή εργασία για κάθε μάθημα, που επίσης θα αποτελεί δοκιμασία πανελλαδικού τύπου και θα διορθώνεται από βαθμολογητές εκτός του σχολείου του μαθητή (όπως και τα γραπτά των εξετάσεων).
  • Διατηρούνται κανονικά και οι πανελλαδικού τύπου εξετάσεις και στο τέλος της Γ” Λυκείου.

Όλα τα παραπάνω θα μετρούν για το βαθμό του απολυτηρίου, ο οποίος θα μετρά επίσης για την πρόσβαση στην Ανώτατη Εκπαίδευση.

Από το σχέδιο του υπουργείο είναι φανερό ότι θα γενικευτεί ένας ατελείωτος εξεταστικός μαραθώνιος και η όποια γενική μόρφωση θα σταματάει στην Α” Λυκείου. Ακόμη και η μείωση των μαθημάτων δεν έχει στόχο την ελάφρυνση των μαθητών, αλλά την ακόμη μεγαλύτερη προσαρμογή σε ένα υποβαθμισμένο σχολείο – φροντιστήριο. Και για άλλη μια φορά, όπως και στα Γυμνάσια και στα Δημοτικά, η μείωση μαθημάτων θα σημάνει και εξοικονόμηση πόρων και λιγότερους εκπαιδευτικούς.

Παράλληλα, η «φροντιστηριοποίηση» του Λυκείου καθόλου δεν σημαίνει ότι θα χτυπηθεί η παραπαιδεία, αφού όσο πιο σκληρό και ανταγωνιστικό γίνεται το Λύκειο, τόσο τρίβουν τα χέρια τους οι έμποροι της εκπαίδευσης και δεν είναι τυχαίο ότι τις ανακοινώσεις της κυβέρνησης τις χαιρέτισαν οι φροντιστηριάρχες.

Αυτό το σχέδιο της κυβέρνησης για το νέο Λύκειο δεν βρίσκεται μόνο στα χαρτιά, αλλά υλοποιείται ήδη βήμα το βήμα. Έτσι, δημιουργώντας ένα μεταβατικό στάδιο προς την υλοποίησή του, το υπουργείο Παιδείας μείωσε από φέτος τα εξεταζόμενα μαθήματα στις ενδοσχολικές εξετάσεις της Γ” Λυκείου, ενώ από το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ) διέρρευσε μια πρόταση για το ωρολόγιο πρόγραμμα της Β” τάξης στο νέο Λύκειο. Σύμφωνα με αυτήν την πρόταση, το ωρολόγιο πρόγραμμα περιλαμβάνει επτά υποχρεωτικά μαθήματα που θα καταλαμβάνουν τις 22 από τις συνολικά 34 ώρες του εβδομαδιαίου προγράμματος της Β” Λυκείου και οι υπόλοιπες 12 ώρες θα κατανέμονται σε τρία τετράωρα μαθήματα (βαφτίζονται «μαθήματα εμβάθυνσης»), τα οποία θα επιλέγει ο μαθητής από μία ομάδα 10 μαθημάτων. Και το σχέδιο αυτό επιβεβαιώνει ότι στο νέο Λύκειο που ετοιμάζει η κυβέρνηση, η γενική μόρφωση θα σταματάει στην Α” Λυκείου. Ουσιαστικά, στη Β” Λυκείου οι μαθητές θα κάνουν ένα πασάλειμμα σε μαθήματα Γενικής Παιδείας, προκειμένου να επικεντρώνονται και να εμβαθύνουν (εξ ου και «μαθήματα εμβάθυνσης») στα μαθήματα επιλογής, τα οποία θα είναι και αυτά που θα επιλέγουν στη Γ” Λυκείου για να διδαχθούν και να εξεταστούν στις τρεις πανελλαδικού τύπου δοκιμασίες που προβλέπονται.

Ενδεικτικές και άλλες πλευρές της εκπαιδευτικής πολιτικής

Ενδεικτική είναι και η πολιτική της κυβέρνησης σε μια σειρά άλλες συγκεκριμένες πλευρές της Εκπαίδευσης, όπως για παράδειγμα στην Ειδική Αγωγή. Με νομοθετικές ρυθμίσεις καταργήθηκε το δεύτερο Τμήμα Ενταξης που υπήρχε στα συγχωνευμένα σχολεία των 300 και πλέον παιδιών και επιπλέον χτύπημα δόθηκε στην Παράλληλη Στήριξη, αφού πλέον δεν υπάρχει ένας εκπαιδευτικός Παράλληλης Στήριξης για κάθε παιδί που τον έχει ανάγκη, αλλά ένας εκπαιδευτικός για έως και πέντε παιδιά, σε δυο, τρία ή και περισσότερα σχολεία. Στην πράξη, η κυβέρνηση άνοιξε την πόρτα για να νομιμοποιήσει και να γενικεύσει τους ιδιώτες που πληρώνονται από τους γονείς, για να κάνουν την Παράλληλη Στήριξη των παιδιών τους μέσα στο σχολείο. Και, ακόμα, η κυβέρνηση προκειμένου να καλύψει τα τεράστια κενά στα ειδικά σχολεία, τα ΚΕΔΔΥ, τα Τμήματα Ενταξης κ.ο.κ., νομοθέτησε ότι μπορούν να προσλαμβάνονται σε αυτά και εκπαιδευτικοί χωρίς πιστοποιημένη ειδίκευση στην Ειδική Αγωγή, προσδοκώντας να αξιοποιήσει για την εξειδικευμένη βοήθεια που χρειάζονται τα παιδιά με ειδικές ανάγκες εκπαιδευτικούς που εξοικονομούνται από τις τεράστιες περικοπές σε προσωπικό, που γίνονται με τις ρυθμίσεις που περιγράψαμε παραπάνω σε Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Γενικότερα, αν και στα λόγια περίσσεψαν οι κυβερνητικές υποσχέσεις ότι τάχα θα ρίξουν βάρος στην Ειδική Αγωγή ιδρύοντας νέες μονάδες και φροντίζοντας να μειωθούν οι ελλείψεις, τα παιδιά με ειδικές ανάγκες, οι οικογένειές τους και οι εκπαιδευτικοί τους γνωρίζουν πολύ καλά ότι η κατάσταση στα ειδικά σχολεία παραμένει εκρηκτική.

Άλλη μια επιμέρους ενδεικτική πλευρά για την κυβερνητική πολιτική στην Παιδεία θα μπορούσε να είναι αυτή της εκπαίδευσης των προσφυγόπουλων. Η κυβέρνηση καθυστέρησε πάνω από ένα χρόνο να εκπονήσει ένα στοιχειώδες σχέδιο για αυτό το θέμα, παρόλο που γνώριζε από την πρώτη στιγμή ότι με τις συμφωνίες που συνυπέγραψε θα παραμείνουν εγκλωβισμένοι στη χώρα μας δεκάδες χιλιάδες πρόσφυγες και ανάμεσά τους χιλιάδες παιδιά σε ηλικίες τέτοιες που θα έπρεπε να βρίσκονται στο σχολείο. Έτσι, με μεγάλη καθυστέρηση ξεκίνησαν και πέρσι και φέτος τα προγράμματα σε απογευματινές δομές των σχολείων, ενώ για τα παιδιά που εντάσσονται στα πρωινά προγράμματα των σχολείων, η κατάσταση είναι ακόμα πιο τραγική, καθώς για τρεις μήνες πήγαιναν στις τάξεις και παρακολουθούσαν χωρίς να καταλαβαίνουν τίποτα, χωρίς να γνωρίζουν τη γλώσσα, αφού δεν υπήρχαν τάξεις υποδοχής. Χαρακτηριστικό είναι επίσης και το παράδειγμα των διαπολιτισμικών σχολείων, που επίσης έχουν δεχτεί προσφυγόπουλα, τα οποία δεν έχουν καν βιβλία για την εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας!